Κύστη Κόκκυγα
Η κύστη κόκκυγα είναι μια χρόνια φλεγμονή στην περιοχή πάνω από τον κόκκυγα, κατά μήκος του τελευταίου άκρου της σπονδυλικής στήλης, κοντά στη σχισμή των γλουτών και μπορεί να είναι μονήρης ή με πολλαπλές διακλαδώσεις.
Η κύστη κόκκυγα αναφέρεται συχνά και ως τριχοφωλεακό συρίγγιο. Επιπλέον συναντάται και ως εστία με τρίχες, κοκκυγικό απόστημα ή συρίγγιο της ιεροκοκκυγικής περιοχής. Οι παραπάνω ονομασίες περιγράφουν μια κύστη ή ένα απόστημα κοντά ή ακόμη και πάνω στη γενέθλιο σχισμή των γλουτών, η οποία συχνά περιέχει τρίχες και κατεστραμμένο δέρμα.
Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η πάθηση έγινε γνωστή επίσης και ως “νόσος Jeep”. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι πολλοί Αμερικάνοι στρατιώτες, λόγω της πολύωρης οδήγησης ή παραμονής σε στρατιωτικά οχήματα τζιπ, φορτηγά και βυτία, υπέφεραν από τη νόσο.
Συχνότητα εμφάνισης της κύστης κόκκυγα
- Η συχνότητα εμφάνισης της νόσου αντιστοιχεί σε 26 ασθενείς ανά πληθυσμό 100.000 ατόμων.
- Αποτελεί γεγονός ότι εμφανίζεται συχνότερα σε άνδρες εφόσον 8 στους 10 ασθενείς είναι άνδρες.
- Ιδιαίτερα συχνά παρατηρείτε σε άνδρες από 15 έως 30 ετών.
- Αυξημένες πιθανότητες εμφάνισης της νόσου παρουσιάζονται σε άτομα που είναι δασύτριχα ή υπέρβαρα.
Αν και τα αίτια δεν είναι απόλυτα σαφή, η επιστημονική κοινότητα τείνει να αποδίδει την ανάπτυξη της κύστης κόκκυγα σε παράγοντες όπως:
- παρατεταμένη καθιστική εργασία
- υπερβολική πίεση
- υπερβολική τριβή
- τραυματισμός της ιεροκοκκυγικής περιοχής
- υπερβολική εφίδρωση
- αδρανής ζωή
- κακές συνθήκες υγιεινής
Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι όλοι οι παραπάνω παράγοντες συντελούν στην αντεστραμμένη ανάπτυξη της τρίχας, δηλαδή ανάπτυξη της τρίχας προς το εσωτερικό του δέρματος. Παρόλα αυτά η πάθηση μπορεί να οφείλεται και σε εγγενείς λόγους που συντελούν στη δημιουργία της κύστης κατά την εμβρυϊκή ζωή του ασθενή.
Λόγω ανατομίας της μεσογλουτιαίας σχισμής, τα στόμια του δέρματος στην περιοχή του κόκκυγα είναι επιρρεπή σε απόφραξη και φλεγμονές. Αυτό πολλές φορές συντελεί στο σχηματισμό της κύστης.
Όταν η κύστη βρίσκεται σε αρχικό στάδιο, οι ασθενείς σπάνια αντιλαμβάνονται την παρουσία της κύστης, αν και μπορεί να νιώθουν ένα μικρό πρήξιμο στην περιοχή, ειδικά όταν κάθονται.
Προοδευτικά η κύστη οδηγεί στον σχηματισμό συριγγίου κάτω από το δέρμα (τριχοφωλεακό συρίγγιο), χωρίς περαιτέρω ενοχλήσεις για τον ασθενή καθώς δεν προξενεί έντονο πόνο ή πρήξιμο. Συχνά, η ύπαρξη κύστης γίνεται αντιληπτή από τον ασθενή από την εκροή υγρού και αίματος με άσχημη οσμή από το στόμιο του συριγγίου, ή από την περιοδική εμφάνιση ήπιων φλεγμονών και αποστημάτων.
Σε περίπτωση που η κύστη επιμολυνθεί (οξεία φλεγμονή), τότε αρχίζει να διογκώνεται και, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, μετατρέπεται σε απόστημα. Στην περίπτωση αυτή, ο ασθενής βιώνειέντονο πόνο, πρήξιμο, δυσκολία να καθίσει η ακόμη και πυρετό. Σε περιπτώσεις μεγάλων αποστημάτων εμφανίζει καταβολή και αύξηση των δεικτών φλεγμονής ενώ συνήθως εκκρίνεται δύσοσμο υγρό ή πυώδες υλικό από κάποιο στόμιο.
Στην περίπτωση αυτή απαιτείται ιατρική παρέμβαση για τη διάνοιξη και παροχέτευση του αποστήματος για την άμεση ανακούφιση του ασθενούς. Η οριστική θεραπεία της κύστης κόκκυγα συνήθως πραγματοποιείται σε επόμενο χρόνο, με χειρουργική επέμβαση όταν η φλεγμονή έχει υποχωρήσει πλήρως.
Μια κύστη κόκκυγα μπορεί να διαγνωστεί εύκολα με βάση τα συμπτώματα και τα ευρήματα από τη φυσική εξέταση, χωρίς να δημιουργείται ανάγκη για περαιτέρω απεικονιστικές ή αιματολογικές εξετάσεις. Τα τελευταία χρόνια η χρήση υπερήχων συνεισφέρει στην ολοκληρωμένη χαρτογράφηση της κύστης κόκκυγα και των διακλαδώσεών της διευκολύνοντας τη διάγνωση και την αποτελεσματικότερη θεραπεία της.
Αν και δεν είναι απειλητική για τη ζωή, η κύστη κόκκυγα συχνά αποτελεί μια επώδυνη κατάσταση με συνεχείς υποτροπές και σημαντικές επιπτώσεις για την ποιότητα ζωής και την ψυχολογία του ασθενούς.
Σημειώνεται ότι, λόγω της θέσης και της υφής της, η κύστη δεν μπορεί να επουλωθεί εύκολα. Η νόσος είναι ανθεκτική στα αντιβιοτικά και αντιφλεγμονώδη σκευάσματα, ενώ η παροχέτευση του υγρού δεν θεραπεύει οριστικά το πρόβλημα. Ακόμα και η σύγχρονη ιατρική δυσκολεύεται να προσφέρει οριστική θεραπεία.
Σε αρχικά στάδια συνίσταται η αποφυγή της πίεσης στην περιοχή, η σχολαστική υγιεινή και η χρήση αντιβιοτικών και αντιφλεγμονωδών φαρμάκων με στόχο την ανακούφιση των συμπτωμάτων και την αναστολή της ανάπτυξης της κύστης. Στην περίπτωση, όμως, που έχει δημιουργηθεί απόστημα, η χειρουργική επέμβαση καθώς και η χορήγηση αντιβιοτικών και αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, κρίνονται απαραίτητα.
Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι, η χειρουργική παροχέτευση της κύστης δεν προσφέρει οριστική θεραπεία καθώς το τοίχωμα της κύστης δεν αφαιρείται, αλλά διανοίγεται έτσι ώστε να επιτρέψει την έξοδο του πύου και να ανακουφιστεί ο ασθενής. Εφόσον η κύστη συνεχίζει να υπάρχει κάτω από το δέρμα, τείνει να δημιουργεί νέες φλεγμονές και συρίγγια.
Για την οριστική αντιμετώπιση της κύστης κόκκυγα, η κλασική θεραπεία προβλέπει τη ριζική αφαίρεση της κύστης, τόσο του τοιχώματος όσο και του περιεχομένου του, με χειρουργική επέμβαση. Το κλείσιμο του κενού που δημιουργείται από την αφαίρεση του ιστού γίνεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η λειτουργικότητα και το καλό αισθητικό αποτέλεσμα. Στην περίπτωση της κλειστής μεθόδου, το κλείσιμο του ελλείματος γίνεται με σύγκλιση και συρραφή. Μπορεί, επίσης, να γίνει και με την καθήλωση του δέρματος και τη σταδιακή επούλωση της κοιλότητας με ή χωρίς τη χρήση επιθεμάτων ή αλλιώς με τη μεταφορά κρημνού.
Οι κλασικές χειρουργικές τεχνικές συνεπάγονται μεγάλο χειρουργικό τραύμα και σημαντικό χρόνο επούλωσης, που μπορεί να κυμαίνεται από 2 έως και 6 εβδομάδες. Ως αποτέλεσμα, δημιουργείται μεγάλη και αντιαισθητική ουλή και καθημερινές, επίπονες αλλαγές στο τραύμα μέχρι αυτό να επουλωθεί. Η κλασική χειρουργική θεραπεία απαιτεί επίσης νοσηλεία και συνήθως χορήγηση γενικής αναισθησίας.
Ένα από τα μειονεκτήματα των κλασικών χειρουργικών τεχνικών, είναι επίσης το ότι παρά την επώδυνη επέμβαση και τη ριζική εκτομή της κύστης, σημειώνονται σημαντικά ποσοστά υποτροπών, ενώ σε ενδεχόμενη επανεμφάνισή της κύστης μετά από λίγους μήνες, απαιτείται μια νέα, ακόμη πιο εκτεταμένη χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεσή της!
Μέχρι σήμερα για τη χειρουργική αφαίρεση της κύστης εκτός από το νυστέρι έχουν χρησιμοποιηθεί ραδιοσυχνότητες rf ή laser εκτομής. Οι παραπάνω μέθοδοι αφαιρούν ριζικά την κύστη αλλά συνεπάγονται αιματηρό χειρουργείο και εκτεταμένη χειρουργική ουλή που παραμένει εμφανές για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα πριν επουλωθεί.
Συνολικά, η χειρουργική εκτομή της κύστης, ανεξαρτήτως του εργαλείου που χρησιμοποιείται για τις τομές, παρουσιάζει αρκετά μειονεκτήματα. Παρά την προσπάθεια ριζικής εξάλειψης του προβλήματος, συνοδεύεται από προβλήματα έντονου μετεγχειρητικού πόνου, παρατεταμένου οιδήματος, μακροχρόνιας ανάρρωσης με παραμονή του ασθενούς σε πρηνή θέση (μπρούμυτα), επίπονων και κοστοβόρων καθημερινών αλλαγών και συχνών υποτροπών που στη συνέχεια απαιτούν ένα ακόμη πιο εκτεταμένο χειρουργείο.